Ιωάννης Μπαλτζώης*
Και ξαφνικά μια απόφαση της Τουρκίας, να αναστείλει την εφαρμογή της συνθήκης CFE (Conventional Forces in Europe), τις Συμβατικές Δυνάμεις της Ευρώπης, προκάλεσε εύλογες απορίες και ερωτήματα, όπως ποια είναι αυτή η Συνθήκη, πως προέκυψε, τι προβλέπει και γιατί το κάνει η Τουρκία. Ας δούμε πως εξελίχθηκε η Συνθήκη..
Το Ιστορικό
Το 1973, άνοιξαν στη Βιέννη οι συνομιλίες Mutual and Balanced Force Reduction (MBFR) μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της ΕΣΣΔ και άλλων μελών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ο στόχος ήταν να επιτευχθεί συμφωνία για τη μείωση των στρατευμάτων και των εξοπλισμών στην Κεντρική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της Μπενελούξ, της Ανατολικής Γερμανίας, της Δυτικής Γερμανίας, της Πολωνίας και της Τσεχοσλοβακίας. Οι πλευρές κατέληξαν σε μια προκαταρκτική συμφωνία για μείωση του αριθμού των χερσαίων στρατευμάτων σε 700.000 σε κάθε πλευρά και των στρατευμάτων της αεροπορίας σε 200.000. Τελικά οι συνομιλίες δεν κατέληξαν. Τον Απρίλιο-Ιούνιο του 1986, η ΕΣΣΔ και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας ζήτησαν μειώσεις σε όλη την Ευρώπη και τον Δεκέμβριο του 1986, το ΝΑΤΟ πρότεινε τη δημιουργία ενός νέου φόρουμ διαπραγματεύσεων που θα αντικαθιστούσε το MBFR και θα συζητούσε νέες μειώσεις σε όλη την Ευρώπη.
Έτσι, η Επιτροπή για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (CSCE) συνήλθε στη Βιέννη (1986-1989) ενέκρινε εντολή για διαπραγματεύσεις στο επίπεδο των συμβατικών ενόπλων δυνάμεων στην Ευρώπη στο πλαίσιο της ΔΑΣΕ μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Στις 2 Φεβρουαρίου 1989 ολοκληρώθηκαν επίσημα οι συνομιλίες και στις 9 Μαρτίου 1989 ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για το CFE και τελικά στις 19 Νοεμβρίου 1990, υπογράφηκε στο Παρίσι η Συνθήκη CFE. Ο κύριος στόχος της Συνθήκης ήταν να μειώσει την πιθανότητα αιφνιδιαστικής ένοπλης επίθεσης και την πυροδότηση μεγάλων επιθετικών επιχειρήσεων στην Ευρώπη.
Στις 15 Μαΐου 1992, τα Κράτη Μέρη υπέγραψαν τη Συμφωνία της Τασκένδης για τις Αρχές και τις Διαδικασίες για την Εφαρμογή της Συνθήκης για τις Συμβατικές Ένοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη, η οποία ανακατανείμει τον εξοπλισμό και τους στόχους ισχύος της πρώην ΕΣΣΔ μεταξύ των υπογραφόντων.
Τι προβλέπει η Συνθήκη
Το άρθρο IV (παράγραφος 1) της Συνθήκης θέσπισε ίσους περιορισμούς στους δύο Συνασπισμούς καθορίζοντας συνοπτικά τα εξής:
- 20.000 άρματα μάχης (όχι περισσότερα από 16.500 σε ενεργές μονάδες),
- 30.000 τεθωρακισμένα οχήματα (όχι περισσότερα από 27.300 σε ενεργές μονάδες), από τα οποία το πολύ 18.000 θα είναι τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (ΤΟΜΑ)
- 20.000 πυροβόλα (17.000 σε ενεργές μονάδες),
- 6.800 μαχητικά αεροσκάφη.
- 2.000 επιθετικά ελικόπτερα.
- Προέβλεπε επίσης ότι τα οπλικά συστήματα που δεν βρίσκονται σε ενεργές μονάδες θα τοποθετούνται σε καθορισμένους μόνιμους χώρους αποθήκευσης
- Απαιτούσε να μην κατέχει κανένα Κράτος Μέρος περισσότερο από περίπου το ένα τρίτο του οπλισμού στην περιοχή εφαρμογής (Άρθρο VI), που ορίζεται ως «ολόκληρο το χερσαίο έδαφος των Κρατών Μερών στην Ευρώπη από τον Ατλαντικό Ωκεανό έως τα Ουράλια Όρη, συμπεριλαμβανομένων όλων των ευρωπαϊκών νησιωτικών εδαφών των Κρατών Μερών.
- Κάθε Κράτος Μέρος να παρέχει ενημέρωση για τα μέγιστα επίπεδα των όπλων και εξοπλισμού των.
- Τα Κράτη Μέρη να παρέχουν κοινοποιήσεις και να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ των , καθώς και το δικαίωμα κάθε κράτους να διενεργεί επιθεωρήσεις και να αποδέχονται τέτοιες επιθεωρήσεις.
Στις 10 Ιουλίου 1992, στο Ελσίνκι, τα Κράτη- Μέρη της Συνθήκης CFE υπέγραψαν την «τελική πράξη της Διαπραγμάτευση για την Ισχύς Προσωπικού των Συμβατικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Ευρώπη» την Συμφωνία CFE-1A, που καθόρισε όρια στο επίπεδο του στρατιωτικού προσωπικού, με εξαίρεση τις ναυτικές δυνάμεις, τις δυνάμεις εσωτερικής ασφάλειας και τις δυνάμεις υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ. Η Συμφωνία προέβλεπε ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με τον αριθμό του προσωπικού, επιθεωρήσεις για επαλήθευση της συμμόρφωσης . Τέθηκε σε ισχύ στις 9 Νοεμβρίου 1992 και σε αντίθεση με τη Συνθήκη CFE, η Συμφωνία CFE-1A είναι ένα πολιτικά δεσμευτικό μέσο και ως εκ τούτου δεν χρειάζεται επικύρωση.
Το 2007 η Ρωσία αποχώρησε από τη συνθήκη διαμαρτυρόμενη για την αντιπυραυλική ασπίδα που σχεδίαζαν οι ΗΠΑ. Έτσι το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν λαμβάνουν πλέον από τις 15 Δεκεμβρίου 2007 καμία πληροφορία για τις συμβατικές δυνάμεις της Ρωσίας. Τελικά η Ρωσία αποσύρθηκε επισήμως από τη συνθήκη CFE πέρυσι στις 7 Νοεμβρίου 2023. Μετά την απόσυρση της Ρωσίας, οι ΗΠΑ ανέστειλαν την εφαρμογή της συνθήκης.
Η Τουρκία αλλάζει πολιτική
Η ξαφνική απόφαση της Τουρκίας να αναστείλει την εφαρμογή της συνθήκης CFE σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στην εθνική της πολιτική. Υποχρεούτο μέχρι τώρα να ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη για την ανάπτυξη και την τοποθεσία των συμβατικών της όπλων, σε ένα πνεύμα αμοιβαιότητας. Και είχε επιτύχει στην ΝΑ περιοχή, καθεστώς εξαίρεσης, όπου μπορούσε να διατηρεί το επιπλέον υλικό που δεν προβλεπόταν από την Συνθήκη. Με αυτή την απόφαση, η Τουρκία πλέον έχει την δυνατότητα να αναπτύξει συμβατικά όπλα και δυνάμεις οπουδήποτε στο έδαφός της και σε οποιαδήποτε ποσότητα επιθυμεί, άνευ ουδενός περιορισμού και χωρίς την ανάγκη ενημέρωσης άλλων κρατών. Αυτό ανοίγει νέους δρόμους για την ανάπτυξη συμβατικών όπλων και δυνάμεων, ιδιαίτερα σε περιοχές κοντά στον Καύκασο και στις κουρδικές περιοχές εκτός Τουρκίας.
Η συνθήκη CFE προφανώς είχε μερικώς αδρανοποιηθεί εδώ και χρόνια, όμως τα διάφορα κράτη παρέμειναν στις προβλεπόμενες ποσότητες των συμβατικών δυνάμεων και οπλικών συστημάτων που είχε συμφωνηθεί αρχικά. Οιαδήποτε αλλαγή στην στρατιωτική ισορροπία των κρατών μπορεί να επηρεάσει τις διπλωματικές σχέσεις, την περιφερειακή ασφάλεια και την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, ιδιαίτερα δε μεταξύ γειτονικών κρατών όπως μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με τις σχέσεις έντασης και απειλών εκ μέρους της Τουρκίας ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Οι Τούρκοι, όπως λέει ο καθηγητής Σερχάτ Γκιουβέντες, ισχυρίζονται ότι αποτελεί «απάντηση στην στάση της Ρωσίας και στην πράξη η παραμονή στη συνθήκη δεν είχε καμία πρακτική αξία», ο δε δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν, επικαλούμενος διπλωματικές πληροφορίες αναφέρει ότι «η Τουρκία σταμάτησε την εφαρμογή της συνθήκης διότι έχει χάσει το νόημά της».
Εκτιμήσεις
Όμως εκτιμάται, ότι δεν είναι τόσο απλοί οι λόγοι της αναστολής της συμμετοχής της Τουρκίας στην Συνθήκη. Μετά την αναστολή έρχεται η αποχώρηση όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι επιδιώξεις. Και φαίνεται ότι ο σκοπός της Τουρκίας είναι η αύξηση των στρατιωτικών δυνάμεων της Τουρκίας , με παράλληλη αύξηση των οπλικών συστημάτων της. Το γιγαντιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα της δείχνει τις προθέσεις της. Γιατί εξοπλίζεται με ραγδαίο ρυθμό και σε απίστευτη ποσότητα οπλικών συστημάτων, αν δεν έχει την πρόθεση να τα χρησιμοποιήσει; Από ποιον γείτονα απειλείται η Τουρκία σήμερα και υπερεξοπλίζεται; Από κανέναν, είναι σαφέστατο, καθόσον διαθέτει σήμερα τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ και τον πρώτο στην Ευρώπη. Αποτιμώντας την κατάσταση, έστω και αν διάγουμε προσωρινή περίοδο νηνεμίας, θα πρέπει να παρακολουθούμε την γείτονα στους εξοπλιστικούς της τυχοδιωκτισμούς, ώστε να είμαστε ενήμεροι, αποφασισμένοι έτοιμοι αν απαιτηθεί. Εκτιμάται ότι θα χρησιμοποιηθεί και σύντομα κατά των Κούρδων στο εσωτερικό, αλλά και στο εξωτερικό (Συρία , Ιράκ). Εκτιμάται, ότι προετοιμάζεται για ολοκληρωτικό πόλεμο έναντι του Ελληνισμού, της Ελλάδας και της Κύπρου, αν δεν υλοποιηθούν οι σχεδιασμοί της για έλεγχο της Κύπρου και του μισού Αιγαίου (25ος Μεσημβρινός) και δεν υποκύψουν τα δύο ελληνικά κράτη στην καταναγκαστική διπλωματία με την απειλή χρήσης της στρατιωτικής ισχύος. Θα πρέπει να είμαστε συνεχώς ενήμεροι, αποφασισμένοι και έτοιμοι αν απαιτηθεί. Και για να το επιτύχουμε, να πράξουμε και εμείς το ίδιο. Να αναστείλουμε και εμείς την συμμετοχή μας, ώστε να έχουμε στρατό, όπου κρίνεται σκόπιμο, παρακολουθώντας τις τουρκικές εξελίξεις.
«Οι καιροί ου μαινετοί». Θουκυδίδης.
*Ο Ιωάννης Μπαλτζώης είναι αντιστράτηγος ε.α., Μ.Sc. από το ΕΚΠΑ, πρόεδρος ΕΛΙΣΜΕ.