Η 15η Απριλίου 1941, αποτελεί, ουσιαστικά την ημέρα που διεξάγεται η τελευταία μάχη εναντίον των Γερμανών στη Δυτική Μακεδονία και έκτοτε τα πάντα καταρρέουν μέχρι τη υπογραφή ανακωχής, στις 20 Απριλίου 1941.
Ας δούμε, χρονολογικά, τον επίλογο του Έπους του 40, στη Δυτική Μακεδονία. Στις 6 Απριλίου οι Γερμανοί επιτίθενται εναντίον της Ελλάδας, στην Ανατολική Μακεδονία (Γραμμή Μεταξά) και στη Θράκη (μεμονωμένα Οχυρά Εχίνου και Νυμφαίας) και εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, από τα Βόρεια και τα Ανατολικά σύνορά της. Ειδικότερα κατά της Νότιας Γιουγκοσλαβίας, δηλ. κατά των περιοχών των Σκοπίων και του Μοναστηρίου επιτέθηκαν από τη Βουλγαρία, προς τα Δυτικά, 2 γερμανικά Σώματα Στρατού (ΣΣ) και την 9η Απριλίου έφτασαν νότια, κοντά στα Ελληνικά σύνορα και κατέλαβαν ταχύτατα το Μοναστήρι. Η ταχύτατη προέλαση των Γερμανών, εξαιτίας της κατάρρευσης της Γιουγκοσλαβικής άμυνας, αιφνιδίασε τις Ελληνικές και Βρετανικές Δυνάμεις, στη Δυτική Μακεδονία. Ο όγκος των Ελληνικών Δυνάμεων (12 Μεραρχίες και 1 Ταξιαρχία) αντιμετώπιζε τους Ιταλούς, εντός Αλβανικού εδάφους, στη Βόρειο Ήπειρο. Το δε Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα (Δύναμη «W») υπό τον Αντιστράτηγο Ουίλσον, αποτελούμενο από 2 Μεραρχίες Πεζικού (τη 6η Αυστραλιανή και 2η Νεοζηλανδική) και την 1η Βρετανική Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, ενισχυμένο και με τις Ελληνικές ΧΙΙ (12η) και ΧΧ (20η) Μεραρχίες Πεζικού είχε λάβει θέση στην αμυντική τοποθεσία Βερμίου με μέτωπο προς τα Ανατολικά (πεδιάδα Καμπανίας, Θεσσαλονίκη).
Μόλις στις 7 Απριλίου, γίνεται αντιληπτή η ταχύτατη γερμανική προέλαση προς τα Δυτικά, η οποία απειλούσε να πλευροκοπήσει το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα και ταυτόχρονα να αποκόψει τα νώτα των Ελληνικών Δυνάμεων που μάχονταν στην Αλβανία. Διατάσσεται αναδιάταξη, υπό καθεστώς συγχύσεως και εξαιρετικής πίεσης χρόνου, η οποία τελικά δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Η πρώτη που διατάσσεται να ενεργήσει είναι η Μεραρχία Ιππικού, για κάλυψη των νώτων του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ).
Η Μεραρχία Ιππικού, είναι η μόνη Μεραρχία που θα προλάβει να αναδιαταχθεί συντεταγμένα και να εκτελέσει με επιτυχία την αποστολή της. Συγκεκριμένα έχοντας οργανικά της, τα 1ο και 3ο Συντάγματα Ιππικού και θέτοντας υπό διοίκηση, στις 08 Απριλίου 1941, την XXI Ομάδα Αναγνωρίσεως και την XXI Ταξιαρχία Πεζικού, η οποία είχε μόλις αρχίσει να συγκροτείται στις 23 Μαρτίου 1941 (!!!) τάχθηκε επί των ορέων Βαρνούς και Βέρνο, Δυτικά και Νοτιοδυτικά Φλώρινας, για αν καλύψει τα νώτα του ΤΣΔΜ.
Στις 9 Απριλίου, οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Θεσσαλονίκη και στις 10 Απριλίου εισέρχονται τη Φλώρινα. Μετά τη κατάληψη του Μοναστηρίου, οι Γερμανικές δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν και αυτές. Συγκεκριμένα το XL Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (Πάντσερ) αποτελούμενο από την 1η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία των SS [«Σωματοφυλακή Αδόλφος Χίτλερ», Leibstandarte SS Adolf Hitler (LSSAH)], τη 73 Μεραρχία Πεζικού και την 9η Τεθωρακισμένη Μεραρχία (Πάντσερ) θα ενισχυθεί και με την 5η Τεθωρακισμένη Μεραρχία (Πάντσερ). Το Γερμανικό Σώμα Στρατού θα εισέλθει στην Ελλάδα με προπορευόμενη την Ταξιαρχία των SS (LSSAH) ακολουθούμενη από την 73η Μεραρχία Πεζικού. Τη νύκτα 10/11 Απριλίου 1941, η Ταξιαρχία των SS θα επιχειρήσει, προωθούμενη προς τα Δυτικά, να διανοίξει την οδό Φλώρινας – Πισοδερίου, για να προσβάλει τα νώτα του ΤΣΔΜ αλλά θα αποκρουστεί από την Μεραρχία Ιππικού. Την επόμενη στις 11 Απριλίου, θα το επιχειρήσει εκ νέου η 73η Μεραρχία Πεζικού. Αποκρούστηκε και αυτή και τμήματά της καταδιώχτηκαν μέχρι τη πόλη της Φλώρινας!!!
Οι Γερμανοί ματαιώνουν την προώθηση προς τα Δυτικά και το πρωί της 12ης Απριλίου, η Ταξιαρχία των SS, επιτίθεται μετωπικά στη τοποθεσία Κλειδίου, στην περιοχη της Βεύης, που προστατεύει από Βορρά το Υψίπεδο Πελαγονίας – Κοζάνης και την διασπά με το τέλος της ημέρας. Την 13η Απριλίου διεξάγεται επιβραδυντικός αγώνας από τους Βρετανικές δυνάμεις μεταξύ Αμυνταίου, Πτολεμαΐδας και Κοζάνης. Τα υπολείμματα των Ελληνικών Μεραρχιών, ΧΧ (20η)και ΧΧΙΙ (12η), προσπαθούν να συναγωνιστούν σε ταχύτητα τους μηχανοκίνητους Γερμανούς, να αναδιαταχθούν και να κλείσουν τις διαβάσεις Κλεισούρας, Βλάστης και Σιάτιστας, επί των ορεινών όγκων Βούρινου και Σινιάτσικου που οδηγούν προς τα Νοτιοδυτικά. Δυστυχώς, δεν θα τα καταφέρουν. Τη νύκτα 14/15 Απριλίου, η Ταξιαρχία SS διασπά τις ασθενείς αντιστάσεις στη Διάβαση της Κλεισούρας και πλέον ο δρόμος προς τη Καστοριά διανοίγεται για τους Γερμανούς.
Τη 15η Απριλίου 1941, Μεγάλη Τρίτη, δόθηκε η τελευταία μάχη του Ελληνογερμανικού πολέμου, σε δύο περιοχές: Νότια της λίμνης της Καστοριάς και Ανατολικά του Άργους Ορεστικού, στο χωριά Αμπελόκηποι και Μηλίτσα, όπου και εκδηλώθηκε η κύρια προσπάθεια των Γερμανών και Βόρεια της Λίμνης, στην διάβαση Φωτεινής, όπου εκδηλώθηκε η δευτερεύουσα Γερμανική προσπάθεια.
Νότια της Λίμνης πολέμησαν τμήματα της XIII Μεραρχίας Πεζικού που έσπευδαν ασθμαίνοντας, αναδιατασσόμενα, από το Αλβανικό Μέτωπο. Βόρεια της Λίμνης τάχθηκαν, εσπευσμένα, τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού που αναδιατάχθηκαν από τη Διάβαση Πισοδερίου.
Συγκεκριμένα, στο χωριό Αμπελόκηποι εγκαταστάθηκαν εσπευσμένα αμυντικά, το 1ο Τάγμα του 23ου Συντάγματος Πεζικού, της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, 2 διμοιρίες βαρέων πολυβόλων, η ΧΙΙΙ Ομάδα Αναγνωρίσεως, δηλ. η Επιλαρχία της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, 4 βαριές πυροβολαρχίες της ΧΧ Μεραρχίας και 2 πεδινές της XXIII Μεραρχίας υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Ευσταθίου Λιώση, αρχηγού Πεζικού της ΧΙΙΙ Μεραρχίας.
Οι Γερμανοί ενήργησαν με την Ταξιαρχία των SS (LSSAH) που είχε επικεφαλής τον Υποστράτηγο Γιόσεφ (Ζεπ) Ντήντριχ. Τη νύκτα 14/15 Απριλίου, η Ταξιαρχία προωθήθηκε από τη Διάβαση της Κλεισούρας και αναπτύχτηκε στην πεδιάδα γύρω από το χωριό Κρεπενή αφού αποκατέστησε τη κατεστραμμένη γέφυρα του χωριού. Στις 5.30 πμ, ενήργησε επίθεση που αποκρούστηκε από τις Ελληνικές Δυνάμεις. Οι Γερμανοί είχαν σημαντικές απώλειες σε άνδρες και υλικό (25 πυροβόλα εφόδου, άρματα και λοιπά οχήματα), τα οποία καταστράφηκαν κυρίως από τις βολές του Ελληνικού Πυροβολικού. Από αυτή την επίθεση, οι Γερμανοί διέγνωσαν την αδυναμία της Ελληνικής άμυνας, νότια του χωριού Αμπελόκηποι στους πρόποδες του Σινιάτσικου, και εκεί επικέντρωσαν τις ενέργειές τους. Η XIII Μεραρχία με Διοικητή τον Υποστρσατηγο Μουτούση επιχείρησε να ενισχύσει τον τομέα, με 2 τάγματα του 23ου Συντάγματος, οι άνδρες του οποίου ήταν κατάκοποι μετά από συνεχή νυκτερινή πορεία και δεν είχαν υψηλό ηθικό. Ο Μουτούσης τους εμψύχωσε διέταξε την ανάπαυσή τους σε περιοχή βόρεια της γέφυρας στο Μανιάκοι.
Οι Γερμανοί, συνεχώς ενισχυόμενοι, προώθησαν και έταξαν, στις 11 πμ, 10 βαριές πυροβολαρχίες (40 πυροβόλα) και επακολούθησε σφοδρή ανταλλαγή πυρών πυροβολικού. Ταυτόχρονα ενεργήσαν με δύναμη Τάγματος προς το Χωρίο Μηλίτσα, χωρίς όμως επιτυχία.
Στη 1.30 μμ εξαπολύθηκε νέα γερμανική επίθεση, με σημαντικές απώλειες για τους Γερμανούς, η οποία πέτυχε να ανατρέψει τις ασθενείς ελληνικές δυνάμεις, οι οποίες αναγκάστηκαν σταδιακά να υποχωρήσουν. Στη μάχη αυτή έπεσε ο Ίλαρχος Κλείτος Χατζηλιάδης και αρκετοί ιππείς της Ίλης του. Προς ενίσχυση στάλθηκαν τμήματα του 4ου Τάγματος Πολυβόλων, αλλά η Γερμανική επίθεση δεν ανακόπηκε. Τότε χτυπήθηκαν και τα πυροβόλα της Μοίρας Πυροβολικού υπό τον Ταγματάρχη Παπαρόδου Ιωάννη που έπεσε μαχόμενος επί των όπλων του.
Έτσι στις 3 μμ, η Ίλη Ιππικού που μαχόταν στο ύψωμα 680 (Σπαϊλίκια)υποχώρησε, μετά το θάνατο του Ιλάρχου. Ο Μέραρχος Μουτούσης, επιβαίνοντας σε μοτοσυκλέτα, συνάντησε στο Αρμενοχώρι την ανατραπείσα Ίλη, επέπληξε τους άνδρες και τους διέταξε να επανέλθουν στις θέσεις τους. Ο Υπίλαρχος Γερασιμίδης με τα υπολείμματα της Ίλης, κατευθύνθηκε στα υψώματα, αλλά σύντομα διαλύθηκε λόγω του πεσμένου ηθικού. Ο Μέραρχος, σε μια τελευταία προσπάθεια, έστειλε, το κατάκοπο, από συνεχή πορεία, 3ο Τάγμα του 22ου Συντάγματος Λέσβου (3/22) που στις 4.30 κατέλαβε τις θέσεις που είχαν εγκαταλείψει οι Ιππείς.
Στις 5μμ, η Γερμανική Ταξιαρχία εξαπολύει την τέταρτη, κατά σειρά, επίθεση υποστηριζόμενη από περίπου 40 αεροσκάφη στούκας και πολλά βαριά πυροβόλα. Αρχικά, οι ελληνικές θέσεις διατηρήθηκαν. Όμως, η γερμανική αεροπορία βομβάρδιζε ανενόχλητη και πολυβολούσε από μικρό ύψος τις θέσεις του 3/22 Τάγματος, ο δε βομβαρδισμός αποδιάρθρωσε το ελληνικό πυροβολικό καταστρέφοντας 4 πυροβολαρχίες και πολλά βλητοφόρα. Τότε προωθήθηκαν τα Γερμανικά τεθωρακισμένα, χωρίς να προσβάλλονται από το Ελληνικό πυροβολικό και διέσπασαν την Ελληνική τοποθεσία και προσέγγισαν τις θέσεις των εναπομεινάντων Ελληνικών πυροβόλων. Το Γερμανικό Πεζικό που ακολουθούσε, εξουδετέρωνε τις εστίες αντίστασης. Οι Έλληνες πυροβολητές έδωσαν απεγνωσμένο αγώνα και πολλοί έπεσαν επί των πυροβόλων τους, βάλλοντας κατά των γερμανικών αρμάτων.
Τα Γερμανικά μηχανοκίνητα τμήματα προήλασαν προς το Άργος Ορεστικό. Στις 6μμ, η Ελληνική διοίκηση διέταξε την ανατίναξη της γέφυρας στους Μανιάκους. Οι Ελληνικές δυνάμεις που βρισκόταν ανατολικά της γέφυρας προσπάθησαν να διαφύγουν βορειοδυτικά, υπό την κάλυψη των μαχόμενων πυροβολαρχιών που απέμεναν και εξαντλούσαν τα πυρομαχικά τους κατά των γερμανικών μηχανοκινήτων μέσων. Ο Μέραρχος Μουτούσης παρακολουθούσε την άνιση μάχη από μια ταράτσα, στην ανατολική παρυφή της πόλης του Άργους Ορεστικού Εκεί λαμβάνει ένα αγωνιώδες τηλεφώνημα από τον Λοχαγό Μανωλέσο που ανέφερε τα εξής: «Στρατηγέ αυτή είναι η τελευταία επαφή μας, αιχμαλωτίζομαι, βρίσκομαι κυκλωμένος εγώ και η μονάδα μου, δεν έχουμε πια βλήματα, ούτε σφαίρες. Τα αδειάσαμε όλα… Για χαρά! Ζήτω η αιωνία Ελλάς!».
Στις 7.30 μμ οι Γερμανοί κατέλαβαν το Άργος Ορεστικό, όπου συνέλαβαν ασύντακτους στρατιώτες της XIII Mεραρχίας. Η μάχη συνεχίστηκε στην παραλίμνια περιοχή όπου κάποια Ελληνικά τμήματα εξακολουθούσαν να αντιστέκονται. Τη γερμανική προέλαση από Δισπηλιό προς Καστοριά, συγκράτησαν άνδρες του 2ου Τάγματος Πολυβόλων Θέσεως, οι δε Γερμανοί υποχρεώθηκαν σε σφοδρές συγκρούσεις για να άρουν την αντίσταση που έδωσαν όμως την δυνατότητα σε ελληνικά τμήματα να διαφύγουν και να περάσουν την ξύλινη γέφυρα του Αλιάκμονα και να κατευθυνθούν προς Σκαλοχώρι, όπου και μεταφέρθηκε ο Σταθμός Διοικήσεως της Μεραρχίας. Τελικά, στις 8 μμ οι Γερμανοί κατέλαβαν την Καστοριά και εκεί σταμάτησαν, προσωρινά, τις όποιες ενέργειές τους.
Βόρεια της Λίμνης της Καστοριάς, στη διάβαση της Φωτεινής τμήματα του 3ου Συντάγματος της Μεραρχίας Ιππικού (απόσπασμα του συνταγματάρχη Δέδε), παρά τις προσβολές των γερμανικών στούκας, αντιστάθηκαν με πείσμα αποκρούοντας διαδοχικές επιθέσεις Πεζικού και Τεθωρακισμένων. Τα Ελληνικά πυροβόλα, ιδιαίτερα μεταξύ 1 και 4 μμ, προξένησαν βαριές απώλειες στους Γερμανούς και μέχρι το τέλος της ημέρας, η αμυντική τοποθεσία διατηρήθηκε απαραβίαστη. Όμως τη νύκτα 15/16 Απριλίου, η Ελληνική Διοίκηση, υπό το βάρος των δυσμενών εξελίξεων, υποχρέωσε και το νικηφόρο Σύνταγμα Ιππικού και τα υπόλοιπα τμήματα του υποχωρούντος ΤΣΔΜ σε αναδίπλωση στο όρος Τρικλάριο και στη συνέχεια στα ορεινά της Πίνδου. Ο επίλογος θα γραφτεί το απόγευμα της 20ης Απριλίου 1941 (Κυριακή του Πάσχα), με την υπογραφή του πρώτου πρωτοκόλλου ανακωχής, μεταξύ του Διοικητού ΤΣΔΜ, Αντιστρατήγου Τσολάκογλου και του Υποστρατήγου Ντήτριχ, διοικητή της LSSAH, στο χωρίο Βοτονόσι, δυτικά του Μετσόβου. Ο Τσολάκογλου υπέγραψε με τον Ντήτριχ, πρωτόκολλο ανακωχής, με το οποίο σταματούσε κάθε εχθροπραξία μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας από τις 18:00 της ίδιας ημέρας.
Για λόγους ιστορικής δικαιοσύνης, πρέπει να αναφερθεί ότι η Ταξιαρχία LSSAH αποτελούσε το κορυφαίο σχηματισμό μάχης του Γερμανικού στρατού με άνδρες επίλεκτους και αφιερωμένους στην ναζιστική ιδεολογία. Η μαχητικής της ισχύς, κατά την εκστρατεία την Ελλάδα, υπερείχε συντριπτικά της αντίστοιχης μιας Ελληνικής Μεραρχίας Πεζικού. Συγκεκριμένα συγκροτούνταν από: 6 Μηχανοκίνητα Τάγματα Πεζικού, 1 Επιλαρχία Αναγνωρίσεως, 1 Τάγμα Τεθωρακισμένων Εφόδου, 1 Τάγμα Μηχανικού και 1 Σύνταγμα Πυροβολικού !!! Συνεπώς το Ιππικό στη Δυτική Μακεδονία αναμετρήθηκε με τους Κουρυφαίους των SS και της Γερμανικής πολεμικής μηχανής γενικότερα που είχαν ήδη διαπρέψει στη Πολωνία και Γαλλία. Αυτούς δεν αφήσαμε να περάσουν και όπου πέρασαν, πάτησαν πάνω στις σορούς του Ιλάρχου και των συμπολεμιστών Ιππέων του.
Από το επίσημο κατάλογο πεσόντων της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ/ΓΕΣ) αντλούμε τα ονόματα των Ιππέων που έπεσαν στις 15 Απριλίου 1941, στη Μάχη της Καστοριάς:
Ίλαρχος Χατζηλειάδης Κλείτος του Ξενοφώντος, από την Αθήνα, της ΧΙΙΙης Ομάδος Αναγνωρίσεως.
Λοχίας Ιππικού Κεραμιδάς Χρήστος του Νικολάου, από τη Στύψη Μήθυμνας Λέσβου της ΧΙΙΙης Ομάδος Αναγνωρίσεως.
Δεκανέας Ιππικού Σχοινάς Δημήτριος του Λεωνίδα, από την Αθήνα, της ΧΙΙΙης Ομάδος Αναγνωρίσεως.
Δεκανέας Ιππικού Τσίρος Απόστολος του Ευαγγέλου, από τον Άγιο Γεώργιο Γλυκορρίζου Άρτας του του 3ου Συντάγματος Ιππικού.
Ιππέας Καροφύλλης Στυλιανός του Νικολάου, από τη Στύψη Μήθυμνας Λέσβου της ΧΙΙΙης Ομάδος Αναγνωρίσεως.
ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥΣ Η ΗΜΝΗΜΗ